Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα αποτελεί μία συνηθισμένη πάθηση, κατά την οποία το μέσο νεύρο πιέζεται κατά τη διέλευσή του στο ύψος του καρπού κάτω από τον εγκάρσιο σύνδεσμο.
Προσβάλλει 3 φορές συχνότερα τις γυναίκες, ενώ υπάρχει και κληρονομική προδιάθεση. Αρχικά εκδηλώνεται με βάρος στον καρπό, αίσθημα καψίματος και μούδιασμα στα 3 πρώτα δάχτυλα (αντίχειρα, δείκτη και μέσο, ίσως και το μισό παράμεσο), το οποίο είναι περιστασιακό αλλά στη συνέχεια γίνεται μόνιμο. Χαρακτηριστικό του συνδρόμου είναι ότι πολλοί ασθενείς ξυπνάνε κατά τη διάρκεια του ύπνου από το μούδιασμα και ανακουφίζονται με τίναγμα των χεριών. Μπορεί επίσης να δίνει πόνο που φτάνει μέχρι τον ώμο, γι’ αυτό θα πρέπει να γίνεται διαφοροδιάγνωση από αυχενικό σύνδρομο. Σε προχωρημένο στάδιο, δίνει αδυναμία στις λεπτές κινήσεις (π.χ ο ασθενής δεν μπορεί να κουμπώσει τα κουμπιά του, του πέφτουν αντικείμενα κλπ.) και ατροφία στους μύες του αντίχειρα. Η διάγνωση γίνεται από νευρολόγο με ειδικά τεστ, ενώ συχνά απαιτείται ηλεκτρομυογράφημα.
Τα συνηθέστερα αίτια είναι συγκεκριμένες επαναλαμβανόμενες κινήσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. χρήση Η/Υ, κομπρεσέρ), τραυματισμός, ρευματοειδής αρθρίτιδα, σακχαρώδης διαβήτης και στα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης.
Η αποκατάσταση του συνδρόμου αρχικά είναι συντηρητική και περιλαμβάνει αντιφλεγμονώδη, ξεκούραση όσο είναι εφικτό (συχνά διαλείμματα σε άτομα που δουλεύουν με υπολογιστή), φυσικοθεραπεία, νάρθηκα και πάγο. Σε προχωρημένα στάδια, συνιστάται χειρουργική επέμβαση για αποσυμπίεση του νεύρου στο ύψος του καρπού, η οποία διαρκεί 15’-20’, γίνεται με τοπική αναισθησία και δεν απαιτείται νοσηλεία. Μετά από μερικές ημέρες ο ασθενής μπορεί να επανέλθει σταδιακά στις δραστηριότητές του.
Αρθρογράφος: Ιωάννου Λασκαρίνα, Φυσικοθεραπεύτρια